Σαν σήμερα, στις 22 Οκτωβρίου 1917, γεννήθηκε η εμβληματική ηθοποιός Τζόαν Φοντέιν (Joan Fontaine), μια από τις λαμπρότερες φιγούρες της Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ. Γεννημένη με το όνομα Joan de Beauvoir de Havilland στο Τόκιο της Ιαπωνίας από Βρετανούς γονείς, η Τζόαν μεγάλωσε σε μια οικογένεια με ισχυρή καλλιτεχνική παράδοση. Η μητέρα της ήταν ηθοποιός, ενώ η αδερφή της, Ολίβια ντε Χάβιλαντ, έγινε επίσης διάσημη στον κόσμο του κινηματογράφου.
Η Τζόαν και η Ολίβια ανέπτυξαν από νωρίς μια περίπλοκη σχέση, γεμάτη ένταση και ανταγωνισμό. Παρόλο που και οι δύο έκαναν εντυπωσιακές καριέρες, η προσωπική τους αντιπαλότητα – γνωστή ως μία από τις πιο έντονες και μακροχρόνιες στον κινηματογραφικό κόσμο – σημάδεψε τη ζωή και των δύο αδερφών.
Τα Πρώτα Χρόνια και η Αρχή της Καριέρας
Η οικογένεια Φοντέιν μετακόμισε από την Ιαπωνία στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν η Τζόαν ήταν μικρή. Μετά από κάποιες ασθένειες στην παιδική της ηλικία, η Τζόαν κατάφερε να ανακτήσει την υγεία της και άρχισε να ακολουθεί το δρόμο της υποκριτικής, παράλληλα με την αδερφή της. Το 1935 έκανε την πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο με μικρούς ρόλους, ενώ την ίδια χρονιά αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το καλλιτεχνικό όνομα Joan Fontaine για να διαχωριστεί επαγγελματικά από την Ολίβια.
Η Συνεργασία με τον Άλφρεντ Χίτσκοκ και η Αναγνώριση
Η καριέρα της απογειώθηκε το 1940 με την ταινία “Rebecca” του Άλφρεντ Χίτσκοκ, η οποία βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Δάφνης Ντι Μοριέ. Στην ταινία, η Φοντέιν υποδύεται την ανώνυμη ηρωίδα, μια νεαρή γυναίκα που παντρεύεται τον εύπορο Μαξίμ Ντε Γουίντερ (Laurence Olivier) και ζει στη σκιά της πρώτης του συζύγου, Ρεβέκκας. Η ερμηνεία της κέρδισε ευρεία αναγνώριση και της χάρισε την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Το 1941, η Φοντέιν ξανασυνεργάστηκε με τον Χίτσκοκ στην ταινία “Υποψίες” (“Suspicion”), όπου υποδύεται μια γυναίκα που αρχίζει να πιστεύει ότι ο σύζυγός της (Κάρι Γκραντ) σχεδιάζει να τη σκοτώσει. Η ερμηνεία της ήταν τόσο εξαιρετική που κέρδισε το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, καθιστώντας την τη μοναδική ηθοποιό που κέρδισε Όσκαρ για ερμηνεία σε ταινία του Χίτσκοκ.
Ακμή της Καριέρας και Σημαντικές Ταινίες
Η επιτυχία της Φοντέιν συνεχίστηκε στη δεκαετία του 1940 με μια σειρά από αξιοσημείωτες ταινίες. Στο “The Constant Nymph” (1943), η ερμηνεία της απέσπασε άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ. Το 1944, πρωταγωνίστησε στη δραματική ταινία “Jane Eyre”, όπου έπαιξε την ηρωίδα του κλασικού μυθιστορήματος της Σαρλότ Μπροντέ, πλάι στον Όρσον Γουέλς. Ακολούθησαν οι ταινίες “Letter from an Unknown Woman” (1948) και “Ivy” (1947), που ενίσχυσαν τη φήμη της ως μιας από τις πιο ταλαντούχες και κομψές ηθοποιούς της εποχής της.
Η Αντιπαλότητα με την Ολίβια ντε Χάβιλαντ
Η σχέση της Τζόαν Φοντέιν με την αδερφή της, Ολίβια ντε Χάβιλαντ, ήταν ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα του Χόλιγουντ. Η ένταση μεταξύ τους ξεκίνησε από την παιδική ηλικία και συνεχίστηκε για δεκαετίες. Η αντιπαλότητά τους έφτασε στο αποκορύφωμά της όταν η Τζόαν κέρδισε το Όσκαρ το 1942, μια νίκη που λέγεται ότι ενίσχυσε την πικρία της Ολίβιας, η οποία ήταν επίσης υποψήφια εκείνη τη χρονιά.
Παρά τις φήμες για μικρές προσπάθειες συμφιλίωσης, οι δύο αδερφές δεν αποκατέστησαν ποτέ τη σχέση τους και η πικρία παρέμεινε μέχρι τον θάνατο της Τζόαν το 2013.
Τα Τελευταία Χρόνια και η Κληρονομιά
Η Τζόαν Φοντέιν συνέχισε να εργάζεται στον κινηματογράφο και στο θέατρο μέχρι τη δεκαετία του 1960, όταν αποφάσισε να αποσυρθεί από τα φώτα της δημοσιότητας. Έζησε ήσυχα τα τελευταία χρόνια της στην Καλιφόρνια, αφιερωμένη σε διάφορα χόμπι, όπως η συγγραφή, η μαγειρική και η καλλιέργεια λουλουδιών.
Απεβίωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2013, σε ηλικία 96 ετών, αφήνοντας πίσω της μια πλούσια κληρονομιά στον κινηματογράφο. Οι ταινίες της παραμένουν διαχρονικές, και η κομψότητα, το ταλέντο και η ευαισθησία που έφερε στους ρόλους της την καθιστούν μια από τις πιο αξέχαστες ηθοποιούς της εποχής της.